- Ψυχάρης, Γιάννης
- (Οδησσός 1854 – Παρίσι 1929). Έλληνας γλωσσολόγος. Μετά τις πρώτες εγκύκλιες σπουδές στη γενέτειρά του και στην Κωνσταντινούπολη, συνέχισε τα γυμνασιακά του μαθήματα στη Μασσαλία, σπούδασε αρχαία ελληνική, λατινική και γαλλική φιλολογία στο Παρίσι, παρακολούθησε μαθήματα μεσαιωνικής και νεοελληνικής φιλολογίας στη Γερμανία και ξαναγύρισε στο Παρίσι, όπου, ως Γάλλος πάντοτε πολίτης, πέρασε ολόκληρη τη ζωή του καλλιεργώντας τη νεοελληνική φιλολογία και γλωσσολογία. Το 1884 γίνεται υφηγητής στη Σχολή Ανώτερων Σπουδών του Παρισιού και το 1904 καθηγητής της γλωσσολογίας στη Σχολή των Ζωντανών Ανατολικών Γλωσσών ως διάδοχος του Εμίλ Λεγκράν.
Κατά τη μακρόχρονη παραμονή του στη Γαλλία ο Ψ. δίδαξε μεσαιωνικά και νεοελληνικά κείμενα και ανέδειξε πολλούς μαθητές, σχετίστηκε με κορυφαίους πνευματικούς ανθρώπους της Γαλλίας, και επιπλέον πήρε ενεργό μέρος σε ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές ζυμώσεις του καιρού του.
Το συγγραφικό του έργο είναι και εκτεταμένο και πολυσύνθετο. Από τα καθαρά επιστημονικά του συγγράμματα ξεχωρίζουν τα άγνωστα στο ευρύτερο κοινό Essais de grammaire historique nιogrecque, όπου εξαντλητικά και με στατιστικά στοιχεία μελετά τα μεσαιωνικά ιδίως κείμενα και ερμηνεύει πολλά γραμματικά φαινόμενα, oι Ιtédes dephilologie nιogrecque (1892), καθώς και ποικίλες άλλες γλωσσολογικές και φιλολογικές μελέτες του για τον Σπανέα, τον Σολωμό, τους Εβδομήκοντα κλπ., όλες γραμμένες γαλλικά (πολλές ανατυπώθηκαν στον ογκώδη τόμο Quelques travaux de linguistique, de philologie et de littérature helléniques, 1884-1924, Παρίσι, A’ τόμος 1930). Αλλά και λογοτεχνικά έργα έγραψε πολλά, στα ελληνικά και τα γαλλικά: Ζούλια, T’ όνειρο του Γιαννίρη, Soeur Anselmine, Αγνή, Στον ίσκιο του πλατάνου, Τα δυο αδέρφια, Ζωή κι αγάπη στη μοναξιά κλπ.
Το όλο έργο του Ψ. κατοπτρίζει την ανήσυχη φύση του δημιουργού του, τη βαθιά φιλολογική και γλωσσολογική του κατάρτιση, τη λογοτεχνική του ιδιοσυγκρασία, την ακαταπόνητη εργατικότητά του και το αγωνιστικό του πνεύμα. Συχνά η λογοτεχνία, η επιστημονική γλωσσολογία και η χρηστική γραμματική σμίγουν σε ένα και το ίδιο έργο, και τέτοιο είναι το βιβλίο του Το ταξίδι μου (1888), σταθμός στην πνευματική ζωή του τόπου. Σε αυτό ο Ψ., περιγράφοντας το ταξίδι του στην Ελλάδα με ζωντάνια και ποιητικό οίστρο, κηρύσσει την ανάγκη να στραφεί ο νέος ελληνισμός στη μόνη αληθινή γλωσσική πηγή του, τη λαϊκή γλώσσα, να εγκαταλείψει αμέσως την καθαρεύουσα και, όπου υπάρχει ανάγκη νέων όρων και εκφραστικών τρόπων, να αντλεί από την αρχαία συμμορφώνοντάς τα πάντα στη φωνητική και στη μορφολογία της δημοτικής. Ταυτόχρονα στο Ταξίδι διδάσκει και γραμματική και με το κείμεινό του δίνει το δείγμα γραφής, που προτείνει. Η ίδια ανάμειξη του λογοτεχνικού με το επιστημονικό και γραμματικό στοιχείο παρατηρείται και στη σπουδαία Μεγάλη Ρωμαίικη Επιστημονική Γραμματική του (τόμοι A’ και B’ 1929, τόμος Γ’ 1937· κάπου 1.200 σελίδες συνολικά), όπου τα φαινόμενα ερμηνεύονται βέβαια με γνώση και ακρίβεια, αλλά όχι με τον συνηθισμένο σε γραμματικά έργα τρόπο, παρά συζητητικά με τον αναγνώστη, φιλικά, με πολλές αιχμές και πολεμική κατά των αντιπάλων του δημοτικισμού, ενώ οι κανόνες αποδίδονται με ποίηση: η ανομοίωση και η αφομοίωση π.χ. ανάγονται στο odi et amo (μισώ και αγαπώ) του Ρωμαίου ποιητή... Τέλος, το ίδιο ποικίλα είναι και τα βασικά του Ρόδα και Μήλα (τόμοι 1-5, 1902-09).
Το κήρυγμα του Ψ., απόλυτο και δογματικό, διαίρεσε τον πνευματικό νέο ελληνισμό σε άσπονδους εχθρούς της θεωρίας του και σε πιστούς και αφοσιωμένους οπαδούς της. Και στη σύγχρονη ακόμα εποχή μένει σημείον αντιλεγόμενον. Εκτός από τους αρχαϊστές, που έτσι ή αλλιώς τον καταδικάζουν, υπάρχουν και ορισμένοι φίλοι της δημοτικής, που βλέπουν στο αλύγιστο κήρυγμά του υπερβολές και ακρότητες (ψυχαρισμούς), που κατά τη γνώμη τους ζημίωσαν αντί να ωφελήσουν το δημοτικιστικό ιδεώδες, γιατί δεν άφησαν τη γλώσσα να εξελιχθεί φυσιολογικά· και σταματούν στους τύπους του Ψ.: άθρωπος, φτώμα, Αισκύλος κλπ. Η άλλη άποψη αντιπαραθέτει, πως αν μπορούσε κανείς να μεταφερθεί στην εποχή του Ψ., όπου μεσουρανούσε το άλλο ιδεώδες, το αρχαϊστικό του Κόντου (θιγγάνω αντί θίγω κλπ.), και αν αναλογιζόταν το κέρδος που καρπώθηκε εν τω μεταξύ η δημοτική, μετριάζοντας αυτές ακριβώς τις υπερβολές θα τον θεωρούσε πραγματικά γενάρχη της δημοτικιστικής ιδέας και θα δικαίωνε απόλυτα τον Τριανταφυλλίδη, ο οποίος γράφει, ανάμεσα σε άλλα περισπούδαστα: «...μας έρχεται σήμερα φυσικό, στηριγμένοι στους ώμους του Ψυχάρη και αφού αφομοιώσαμε ή πήραμε όσα μας ταίριαζαν απ’ ό,τι κήρυξε, και τα έχομε πια για κοινοτοπίες, να βλέπωμε τους τύπους αυτούς από το ύψος μας σαν στο κέντρο του γλωσσικού συστήματος του Ψυχάρη» (Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 5ος τόμος, σελ. 369, Θεσσαλονίκη 1963).
O Γιάννης Ψυχάρης (που στη φωτογραφία αυτή εικονίζεται στο γραφείο του), υπήρξε ο γενάρχης της δημοτικιστικής ιδέας.
O Γιάννης Ψυχάρης.
Dictionary of Greek. 2013.